Powered By Blogger

Τετάρτη 17 Νοεμβρίου 2010

"Μεσκινιά" Η Σπιναλόγκα του Ρεθύμνου εν έτη 1850


Δημοσιογραφική έρευνα-Επιμέλεια-Ρετουσάρισμα
Ιωάννης  Μιχ.  Δογάνης
Συνταξιούχος Βιβλιοθηκάριος

http://topaliorethemnos.blogspot.com/

                      

Η μοναδική φωτογραφία της Μεσκινιάς του Ρεθύμνου, τραβηγμένη από τον περιηγητή Simonelli, το 1893
Φωτο Γ.Π. Εκκεκάκης

"ΜΕΣΚΙΝΙΑ"
ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ
Ένας σωρός σπιτάκια,πάνω από το σημερινό νεκροταφείο.Ενα μικρό χωριό η μια συνοικία του Ρεθέμνου που πήρε το όνομα "Μεσκινιά" απο τους παλιούς κατοίκους της,τους μεσκίνιδες.
Μεσκίνης,μια Τουρκόφωνη λέξη που σημαίνει λεπρός.
Ίσαμε,τους χρόνους της Κρητικής Πολιτείας,πράγματι εκεί κάθονταν μόνο λεπροί.Κυκλοφορούσαν ζητιανεύοντας ελεύθερα στην Πόλη του Ρεθύμνου και νερό έπερναν απο τη Βρύση που σήμερο είναι κολλημένη στη ΒΔ γωνιά του Δημοτικού κήπου,που λέγεται κι ακόμα δημέρα μεσκινόβρυση.
Δράμα ολόκληρο η μάλλον Αισχύλος τραγωδία,η μεσκινιά στο καιρό της.Άνθρωποι με πεσμένες μύτες,με σαπιμένα αυτιά με Ιώβιες πληγές στα πόδια στα χέρια,με μαδημένα φρύδια και μαλλιά αφίνοντες στα γύρω τη βαριά δυσωδία της λέπρας,ζούσαν εκεί μέσα σε ανήλια καθυγρά και ακάθαρτα σπιτάκια,χωρίς καμιά φροντίδα.
Άλλοι μπορούσαν να σύρουν το πληγιασμένο πτώμα τους,εις τα σοκάκια του Ρεθέμνου ζητώντας λίγο ψωμί ή καμμιά δεκάρα,άλλοι ακίνιτοι σε μια καρέκλαστη πόρτα του σπιτιού των,με τα χέρια πεσμένα από τη λεπρική γάγραινα με τα πόδια ολόπρηστα απο τη λεπρική ελεφαντίαση,έβλεπαν να σαπίζουν κάθε μέρα με την μέρα,παρουσιάζοντες στον ήλιο,το δράμα που κλείνει κάθε νιόσκπτος τάφος.
Νεκροί αυτοί,τάφος το σπίτι του,όπως ηταν γεμάτο ακαθαρσίες και υγρασία.
Κι όμως εζούσεν.Μέσα σε μια πολιτεία,σκορπίζοντας στο διάβα του το μικρόβιο της λέπρας,τον βακίλλο του Χάνσεν,κι είναι τρομερά μεταδοτική η αναθεματισμένη αυτή αρρώστια.
Μια σωστή κόλαση του Δάντη,η Μεσκινιά.Γιατί καθώς τους έλειπαν οι μύτες,τα χέρια τα πόδια,καθώς το βλέμμα τους ήταν άγριο το Λεόντιο προσωπείο εθύμιζαν τις σελίδες της κόλασης του Δάντη,κι άθελα ο επισκέπτης τους θυμίζουνταν τα λόγια του συνοδού του ποιητή στην κόλαση ''γκουάρτα ε πάσα''.
Και πραγματικά,περνά κανείς γρήγορα τα σπίτια του κάθε Λεπροκομείου, σπρωγμένος απο μια περιέργεια,μα κι από μια βία, να φύγει γρήγορα απο τον κόσμο που τον τρομάζει και τον ταράσσει σαν βρυκόλας.
Καθώς ήταν επάνω από το Νεκροταφείο,η Μεσκινιά,στο κάθε σπίτι της,στον κάθε κάτοικο του,μπορούσες να δεις εύκολα κάθε κλειστός τάφος,του Νεκροταφείου.
Τι δαιμονισμένη σύμπτωση.Αν ο Βασιλεύς Φίλλιππος είχε προστάξει τον υπηρέτη του,κάθε πρωί ξυπνώντας τον,να του υπενθυμίζει πως είναι άνθρωπος,το Ρέθεμνος βάζοντας την Μεσκινιά πάνω από το Νεκροταφείο του,έβλεπε κάθε μέρα,που καταντά ο άνθρωπος.
Τι φρικτώδες ντουέτο!!Ενα λεπροκομείο και στα πόδια του,ένα νεκροταφείο!!
Μόνη ισορροπία,στο θέαμα αυτό,ήτο το Τούρκικο Κισμέτ.
Ο Βαρύς ναργιλές,το παχύ καντα'ί'φι,το ραχατλήδικο κρεβάτι,για το πρόσκαιρο αυτό κόσμο,εζητούσε ο Τούρκος.
Κι ύστερα,όχι τάφος.
Όχι ο καθρέφτης του,η  Μεσκινιά,μόνο Ούρι φιλήδονα,παραμυθένια και πιλάφι!!Και ζωή αιώνια.
Μέσα στη νοοτροπία αυτή της εποχής εκείνης ψάξετε και θα βρείτε την αδιαφορία του Ρεθέμνου,τότε για την Μεσκινιά.
Ύστερα,οι Λεπροί πήγαν στην Σπιναλόγκα.
Και τώρα που το νεκροταφείο μπήκε αναμεσή στα σπίτια τα εξοχικάτου Ρεθέμνου και τα ερημικά καντυλάκια του ενοχλουνται από τα ηλεκτρικά λαμπιόνια μας,πρέπει κι αυτό να πάει σε κάποια ερημία ήσυχη,όχι γιατί μας ενοχλεί,μα για να μην τους ενοχλούμε τη φιλόσοφο ρέμβη του, με το μεταπολεμικό παγκόσμιο κομφούζιο,το νέο πύργο της Βαβέλ.



ΠΗΓΗ Κρητική Επιθεώρηση 1950

Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010

ΠΑΛΙΟΙ ΤΥΠΟΙ ΤΟΥ ΡΕΘΕΜΝΟΥ ΣΚΟΥΛΗ ΜΠΑΜΠΑΣ

Δημοσιογραφική έρευνα-Επιμέλεια-Ρετουσάρισμα
Ιωάννης  Μιχ.  Δογάνης
Συνταξιούχος Βιβλιοθηκάριος

http://topaliorethemnos.blogspot.com/
                                              
                                                ΣΚΟΥΛΗ ΜΠΑΜΠΑΣ                                  
                                        Φωτό απο Ρεθεμνιώτικα  Νέα
                                        Τρίτη, 28 Δεκεμβρίου 2010

Περνούμε τα πρωτα χρόνια της Κρητικής Ελευθερίας.
Ζούμε την περίοδο της Κρητικής Αυτονομίας.
Οι Τούρκοι στο Ρέθυμνο,με τα κτυπητά κόκκινα φέσα τους και τη κατακόκκινη ζώνη τους και πολλές φορές και με κτυπητά ροζ πουκάμισα,φαίνονται στο Με'ι'ντάνι,περισσότεροι από τους Ρωμηούς.
Ίσως και να μη ήσαν και η πλειονότης των,να οφείλετο μόνο στα κτυπητά χρώματα της φορεσιάς των.
Ένας γέρος Τούρκος,εβδομηντάρης,πρωί πρωί,στου Αλή Α'ι'τζή τη Βρύση τη γωνία του δρόμου που πάει σήμερο προς την Εθνίκη Τράπεζα,απο την μεργιά της Κεντρικής αγοράς μοιράζει ψωμί σε καμιά δεκαριά αδέσποτους σκύλους και μεταλλίκια (λεπτά) σε διάφορα παιδιά που τον περιτριγύριζαν.
Μπες μεταλλίκ σκουλί μπαμπά έλεγαν τα παιδιά και κείνος έβγαζε από την τσέπη του, μεταλλίκια και τα σκοπούσε στα παιδιά.
Άνοιγε ύστερα τη βρύση και πότιζε τους σκύλους.
Και σε λίγο ακολουθούμενος από σκύλους και παιδιά εξηκολουθεί το δρόμο του.
Μετριού αναστήματος,ήταν ο Σκουλή Μπαμπας.
Ιερωμένος,φορούσε γύρω στο φέσι του, άσπρο σάρ'κι.
Μελαχρινός,με γένια αραιά.
Για φόρεμα φορούσε ένα καλοφερικό μονοκόματο αντέρι,που φενόνταν,σαν καμωμένο από πάπλωμα,με κλαδωτό ύφασμα.
Ξεκάλτσωτο,με παντούφλες,ακουμούσε πάνω σε μια ψηλή ακουμπίστρα, πούμιαζε με δεκανίκι.
Αποζούσε,από μια υψηλόφρονη ζητιάνα.
Γιατί ο Σκουλή Μπαμπάς ζητούσε χρήματα μόνο από πλούσια σπίτια και μαγαζιά.
Ε!και τι εξαιρετικό είχε για να τον περιγράψωμε σήμερο.
Ο Σκουλή Μπαμπάς,οτι χρήματα,τρόφημα και ρούχα μάζευε,από τους πλούσιους,τα μοίραζε σε άρρωστους φτωχούς.
Έδιδε ακόμα,σε φτωχά παιδιά και σε αδέσποτους σκύλους.
Τα μπεγόσπιτα,φοβούνταν και σεβόντουσαν,τον καλόγηρο αυτό.
Ήξεραν,πως η φτωχολογιά τον θεωρούσε προστάτη.
Ήξεραν ακόμα,πως χωρίς να 'ναι εκβιαστής,είχε το χάρισμα της πειθώ.
Και ο Σκουλή Μπαμπάς πετύχενε στο σκοπό του.
Έτσι ο γέρως αυτός φτωχός καλόγηρος,ήταν μια ολόκληρη φιλανθρωπική οργάνωση.
Ο έχων δυο χιτώνας,δότω το μη έχοντι τον ένα.
Ασθενής ημίν και ήλθατε προς με.
Εδίψασα και μη εδώσατε να πιώ.
Σ' αυτές τις ηθικές αρχές κινούνταν ο Σκουλή  Μπαμπάς.
Στη μέριμνα του αυτή για τους ανήμπορους,έβαζε μέσα και τους αδέσποτους σκύλους.
Και αυτοί δυστηχείς ήταν.
Το σπίτι του λίγο διέφερε από το πιθάρι του Διογένους.
Και αποταμίευμα δεν είχε.
Οτι μάζευε το 'διδε.Για δικό του,κρατούσε λίγο ψωμί και λίγο φα'ί'.
Δεν ξέρω τι θα έκανε ο Σκουλή Μπαμπάς αν ήτο μπέης με τσιφλίκια.
Κάνει τον άνθρωπο τόσο εγωιστή το χρήμα,ώστε δεν αποκλείεται ο ίδιος αυτός αλτρο'ι'στής,να ήταν,ως πλούσιος αδιάφορος προς την φτώχια και την αρρώστια του συνανθρώπου του.
Τον κρίνομε,ως φτωχό καλό γέρο.Ως ζητιάνο,που μάζευε για να κάνει ελεημοσήνες.
Και στην ψυχή αυτού του φτωχού,βρίσκομε,τον θρίαμβο της Χριστιανικής Ηθικης.
Βρίσκομε,τον αφανή ήρωα του σοσιαλισμού.
Τον άγνωστο μεταλλουργό,που στο διάβα του,τα ράκη που σκέπαζαν το σώμα του,έκριβαν από τους διαβάτες,το ψυχικό του μεγαλείο.
Ήταν ο Άγνωστος,συνάνθρωπος.
Η αρχή του μη γνωτώ η δεξιά σου,τι ποιεί η αριστερά σου.
Μπορούσε,ο Σκουλή Μπαμπάς,να ανοίξει ένα Γραφείο.        
Μπορούσε,να εξοικονομεί ρούχα και χρήματα και συνδιάζων το... τερπνόν μετά του ωφελήμου,να την περνά φράγκα,χάρις εις την... ασθένεια του πλησίον.
Μα ο άγνωστος συνάνθρωπος,εφρόντιζε,για τους αλλους,θυσιάζων τον εαυτό του.
Μα αφού ζούσε,μέσα σε ένα κατόι,αφού δεν είχε δουλειά,αφού δεν είχε τίποτα τι εθυσίαζε.Εθυσίαζε τον οβωλόν της χήρας,εκεί που άλλοι,δεν δίνουν μέρος του περισσεύματος.
Ζενίθ, ο Σκουλή Μπαμπάς και ναδίρ οι άλλοι.
Να γιατί,ο Σκουλή Μπαμπάς βρίσκει θέση,στις εφημερίδες του Ρεθέμνου,ύστερα από τόσα χρόνια.
Για να δούμε,ως σε πιο σημείο εξαγνισμού,μπορεί να φτάσει τον άνθρωπο,η ηθική.
Και σε ποιο αντίθετο δρόμο να τον οδηγήσει,η καμουφλαρισμένη ιδεοκοπία.
Ο τάφος του,είναι το δωμάτιο που είναι κολλητά,στο σημερινό απολυμαντικό κλίβανο.
Σωστό μαυσωλείο.Του το 'κτισαν,οι συμπολίτες του,δοξάζοντες το έργον του.
Έτσι ο  Σκουλή Μπαμπάς,έζησε σε μια τρώγλη,κάτω από τη Φορτέτζα.
Κι ήρθε το σώμα του,αναπαυτικό και μεγαλοπρεπές κονάκι μετά τον θάνατο.
Ο Σκουλή Μπαμπάς,ήταν ο καλύτερος καθηγητής,του Διεθνούς Δικαίου και ο άνθρωπος,που εφήρμωσε καλύτερα από όλους μας,τον Χριστιανισμό.



ΠΗΓΗ Κρητική Επιθεώρηση 1947